Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Πικιώνης: η ζωή του, η δράση του και η προσφορά του στην πόλη του Βόλου


Ο Δημήτρης Πικιώνης ήταν ο κυριότερος εκπρόσωπος και προασπιστής της ελληνικής τέχνης που πήγαζε από την παράδοση και την ιστορία. Αρχιτέκτονας, στοχαστής, σκηνογράφος, πολεοδόμος, ζωγράφος και φιλόσοφος, διεύρυνε τους ορίζοντες της ελληνικής αρχιτεκτονικής και δόξασε το ελληνικό τοπίο και τη λαϊκή τέχνη όσο κανένας άλλος.
Γεννημένος στον Πειραιά το 1887 από Χιώτες γονείς, εξέφρασε τις καλλιτεχνικές του τάσεις στην ζωγραφική από μικρή ηλικία, ενώ η αρχιτεκτονική αποτέλεσε για τον ίδιο αντικείμενο αισθητικής θεώρησης, καθώς του ασκούσε μία ιδιαίτερη έλξη. Το 1904, θα μπει στο τμήμα πολιτικών μηχανικών του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου Αθηνών και το 1908, διπλωματούχος πλέον, θα συνεχίσει τις σπουδές του στο ελεύθερο σχέδιο και τη γλυπτική στο Μόναχο. Το 1909 – 1912 θα μεταβεί στο Παρίσι και θα ασχοληθεί με την σπουδή της ζωγραφικής και του σχεδίου, παρακολουθώντας παράλληλα μαθήματα αρχιτεκτονικών συνθέσεων. Το 1912 – 1918 θα επιστρέψει στην Ελλάδα και το 1925 θα εκλεχθεί στην έδρα της Διακοσμητικής της Πολυτεχνικής Σχολής Αθηνών και θα δημοσιεύσει το άρθρο «Η λαϊκή τέχνη και εμείς».
Γεμάτος ιδέες, φιλοδοξίες και πλήρως καταρτισμένος σε γνώσεις, θα αναλάβει δράση στον ελληνικό χώρο. Πρώτο του έργο αποτελεί η οικία Μωραΐτη στις Τζιτζιφιές (1912 – 1923). Το 1932 κτίζει το δημοτικό σχολείο στα Πευκάκια του Λυκαβηττού και το θερινό θέατρο της Μαρίνας Κοτοπούλη (ακολουθώντας τις βασικές αρχές του αρχαίου και του ιαπωνικού θεάτρου), ενώ το 1935 κτίζει το πειραματικό σχολείο στη Θεσσαλονίκη.
Το 1949 θα αναλάβει για άλλη μια φορά το κτίσιμο μιας οικίας, της οικίας – εργαστηρίου της γλύπτριας Φρόσως Ευθυμιάδη Μενεγάκη στα Άνω Πατήσια. Την περίοδο 1951 – 1957 θα αναλάβει τη δημιουργία διαμόρφωσης αρχαιολογικού χώρου γύρω από την περιοχή της Ακρόπολης και το 1961 – 1964 θα δημιουργήσει την παιδική χαρά της Φιλοθέης, ένα μοναδικό και ιδιαίτερα αξιόλογο έργο στο οποίο θα ενσωματώσει τα ελληνικά με τα ανατολίτικα στοιχεία. Τέλος, το 1961 θα εκλεχθεί τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο ίδιος έγραψε πολλά δοκίμια, το εκτενέστερο όμως και περισσότερο γνωστό, είναι το δοκίμιο που ασχολείται με «το πρόβλημα της μορφής». Το δοκίμιο είναι χωρισμένο σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος αναφέρεται στην ιστορική μορφή και στη λαϊκή παράδοση και στο δεύτερο γίνεται διατύπωση βασικών θέσεων από τον ίδιο για τη σχέση των σύγχρονων αρχιτεκτονικών εφαρμογών με τη λαϊκή τέχνη.
Ήταν λάτρης της παράδοσης και του ελληνικού στοιχείου, αλλά και άνθρωπος με ξεχωριστές αισθητικές και φιλοσοφικές ανησυχίες, που θα εισάγει στον ελληνικό χώρο της αρχιτεκτονικής καινούριες και σύγχρονες ευρωπαϊκές τάσεις.
Η συνύπαρξη της μοντέρνας και παραδοσιακής αρχιτεκτονικής θα κυριαρχήσει σε κάποια από τα έργα του, όπως στην περίπτωση της οικίας της γλύπτριας Μενεγάκη, όπου ο συγκερασμός αυτών των δύο στοιχείων θα λειτουργήσει στην αισθητική του χώρου με ένα ιδιαίτερα ανορθόδοξο τρόπο.
Η φύση για τον Δημήτρη Πικιώνη παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στα έργα του. Η φύση ταυτίζεται με το ελληνικό τοπίο και τον ελληνικό πολιτισμό. Είναι ο χώρος όπου πραγματώνονται οι ανθρώπινες δράσεις, ο χώρος όπου διηγείται τη δική του μοναδική ιστορία, η οποία εξελίσσεται παράλληλα με τον τόπο. Η φύση δεν αποτελεί ένα σταθερό σημείο για την τέχνη του Πικιώνη, αλλά ένα στοιχείο διαμόρφωσης που ακολουθεί την ανθρώπινη πορεία, δεν είναι ουδέτερη και κενή, αλλά συμμετέχει στα ανθρώπινα δρώμενα και καθορίζεται από αυτά.
Ιδιαίτερα σημαντικά έργα, όπως προαναφέραμε, αποτελούν τα δύο σχολεία, το σχολικό κτίριο στα Πευκάκια του Λυκαβηττού και το πειραματικό σχολείο στη Θεσσαλονίκη. Στα δύο αυτά έργα διακρίνεται η επίδραση της λαϊκής παράδοσης, περισσότερο στο σχολικό κτίριο της Αθήνας, όπου αποτυπώνεται καθαρά το αρχαίο ελληνικό στοιχείο σε σχέση με το σχολικό κτίριο της Θεσσαλονίκης, όπου υπάρχει για άλλη μια φορά η σύνθεση μοντέρνας και λαϊκής αρχιτεκτονικής. Ωστόσο και στα δύο έργα αποτυπώνονται καθαρά οι διαχρονικές αξίες του ελληνικού πολιτισμού και η αυθεντικότητα της λαϊκής και σύγχρονης τέχνης (για την κάθε περίπτωση σχολικού κτιρίου).
Εξίσου σημαντικό είναι και το έργο διαμόρφωσης του αρχαιολογικού χώρου στον περίγυρο της Ακρόπολης, στο λόφο του Φιλοπάππου. Ο ίδιος επιθυμούσε ο λόφος να είναι ελεύθερα προσβάσιμος από τον επισκέπτη, με καλαίσθητα μονοπάτια και δεντροφυτεύσεις, προσφέροντας έναν θαυμάσιο χώρο θέασης της Ακρόπολης και του ευρύτερου αρχαιολογικού χώρου.
Τα μεγάλα του έργα δεν περιορίστηκαν ωστόσο μόνο στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Ο Βόλος είχε την τιμή να είναι μία από τις πόλεις που ο γνωστός αρχιτέκτονας άφησε τη δική του προσωπική σφραγίδα, με ένα έργο που αποτέλεσε σημείο αναφοράς για την ιστορία του τόπου.
Μετά τους σεισμούς του ’55 που κατέστρεψαν κυριολεκτικά τον πολεοδομικό ιστό της πόλης, δημιουργήθηκε η ανάγκη στέγασης του δημαρχείου. Σε μία συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου τέθηκε το θέμα αναζήτησης νέου δημαρχείου. Μια ιδέα που έγινε πράξη στην πορεία. Ο τότε δημοτικός σύμβουλος Κίτσος Μακρής ανέθεσε υπεύθυνο του έργου τον Δημήτρη Πικιώνη, τον ξεχωριστό και πλέον έμπειρο αρχιτέκτονα, ο οποίος θα κατασκεύαζε ένα αρχιτεκτονικό μνημείο μοναδικό και ασύλληπτο για τα τότε δεδομένα.
Ο Βόλος και ο χώρος της Μαγνησίας για τον Δημήτρη Πικιώνη δεν ήταν μέρη άγνωστα. Ο ίδιος το 1939 είχε επισκεφτεί τη Ζαγορά για να μελετήσει την αρχιτεκτονική παράδοση του οικισμού και είχε δημοσιεύσει εκείνη την περίοδο τη βραβευμένη σειρά «η ελληνική λαϊκή τέχνη». Από τον Βόλο επίσης προέρχονταν και ο πολύ καλός του φίλος, ο ζωγράφος Τζόρτζιο ντε Κίρικο.
Ο Δημήτρης Πικιώνης για να σχεδιάσει το δημαρχείο της πόλης έπρεπε να γνωρίσει καλύτερα τον πολεοδομικό χαρακτήρα του Βόλου, καθώς και την αρχιτεκτονική παράδοση της περιοχής, γιατί ήθελε να συνδέσει το νέο κτίριο με τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του τόπου.
Ο προσανατολισμός του σχεδίου επικεντρώθηκε τελικά στην υιοθέτηση παραδοσιακών στοιχείων της λαϊκής πηλιορείτικης αρχιτεκτονικής, καθώς θεωρούσε ότι η πόλη του Βόλου καθορίζονταν από το περιβάλλον του γειτονικού Πηλίου.
Η δομή, η κατασκευαστική και λειτουργική αισθητική, καθώς και η αρμονία στο σχήμα και την ποιότητα των υλικών των παραδοσιακών οικισμών του Πηλίου, που εντυπωσίαζαν από πάντα τον Πικιώνη, ενσωματώθηκαν εξ ολοκλήρου στο νέο αυτό κτίριο.
Το κτίριο σχεδιάστηκε το 1960 – 1965 και το 1970 κτίστηκε. Το ιδιαίτερο αυτό κτίσμα αποτέλεσε γνήσιο δείγμα πηλιορείτικης αρχιτεκτονικής και υιοθέτησε όλα τα τοπικά και παραδοσιακά στοιχεία, τόσο στον εξωτερικό όσο και στον εσωτερικό χώρο.
Ο Πικιώνης ήθελε το κτίριο να βρίσκεται σε μία προνομιακή θέση, όπου θα μπορούσε να το θαυμάσει κανείς απ’ όλες τις πλευρές της πόλης. Πράγματι, ο προσανατολισμός του κτιρίου στράφηκε προς την παλιά αλλά και τη νέα πόλη, τοποθετημένο στους πράσινους πνεύμονες του πάρκου Ρήγα Φερραίου, με θέα τη θάλασσα και το λιμάνι από τη μία πλευρά και το Πήλιο από την άλλη και σε σημείο όπου συνδέονται πολλές κεντρικές λεωφόροι της πόλης.
Ο γνωστός αρχιτέκτονας κατάφερε να αποδώσει στο κτίριο τις αναλογίες ενός πραγματικού αρχιτεκτονικού μνημείου, με μοναδική αισθητική μορφή και ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στοιχεία, που αντανακλούσαν και μαρτυρούσαν την ιστορική μνήμη της πόλης.
Τα έργα του Δημήτρη Πικιώνη δεν ήταν μόνο αυτά. Πλήθος άλλων έργων, αρχιτεκτονικών σχεδίων, μελετών και δοκιμίων συνόδευσαν τη συνολική του δράση και πορεία.
Αυτό που ξεχώριζε όμως την τέχνη του Πικιώνη από την τέχνη των άλλων συναδέλφων του ήταν ότι δεν αντιμετώπιζε την αρχιτεκτονική ως ένα θέμα απλό και τεχνικό, αλλά ως ένα καθαρά πολιτισμικό αγαθό με ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Ενδιαφέρονταν βαθιά για το νεοελληνικό πολιτισμό και προσπάθησε να κτίσει την παράδοση με φυσικά, τεχνικά, παραδοσιακά και σύγχρονα υλικά, ακολουθώντας μία χειρονακτική νοοτροπία.
Η τέχνη του είχε κοινωνικό χαρακτήρα. Βοήθησε τους ανθρώπους να αποκτήσουν αυτοσυνείδηση και να γνωρίσουν όχι μόνο τον εαυτό τους, αλλά και το περιβάλλον τους, αντιλαμβανόμενοι όλο το φάσμα της πραγματικότητας που ήταν ταυτισμένη με την ιεράρχηση των δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής. Ήταν και είναι η τέχνη που συγκινεί, εξευγενίζει τα συναισθήματα και κτίζει την κοινωνική συνειδητοποίηση.
Η τέχνη του εκδηλώθηκε σε όλες της τις εκφάνσεις (αρχιτεκτονική, ζωγραφική, φιλοσοφία, κτλ) και αποτέλεσε για τον ίδιο μια μορφή ανάπλασης με λόγο, εικόνα και κίνηση εσωτερικής και εξωτερικής πραγματικότητας. Αποτέλεσε έκφραση της ανθρώπινης ψυχής, αλλά και συμφιλίωσης του ανθρώπου με τη φύση, η οποία έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στα έργα του.
Ο Δημήτρης Πικιώνης ήταν ένας άνθρωπος φιλόδοξος, δραστήριος, με ζωντανό πνεύμα. Μύστης της φυσικής ομορφιάς και της λαϊκής παράδοσης, που κατάφερε να δώσει στα έργα του μια ζωγραφική και χειροτεχνική χροιά. Υπηρέτησε τη μεγάλη του αγάπη, την αρχιτεκτονική, με τη ψυχή του ποιητή, του ζωγράφου και του φιλόσοφου. Πέθανε στις 28 Αυγούστου του 1968, έχοντας καταξιωθεί, αναγνωρισθεί και τιμηθεί για το έργο του και έχοντας ικανοποιήσει τη δίψα του για μάθηση και τις φιλοσοφικές του ανησυχίες. Έρευνες ακόμη και σήμερα ασχολούνται με το πολύπλευρο έργο του, καθώς έχουν γραφτεί εκατοντάδες άρθρα, δοκίμια, διδακτορικές διατριβές και δημοσιεύσεις που αφορούν τη συνολική του δράση και προσφορά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου